«Τα μεν οπίσω λησμονών, εις δε τα έμπροσθεν επεκτεινόμενος, τρέχω…»
Φιλιππησίους γ’:13
Ο χρόνος προχωράει δυστυχώς μόνο προς μία κατεύθυνση. Μπροστά. Και εμείς αναγκαστικά τον ακολουθούμε.
Αν ρωτήσουμε τους περισσότερους ανθρώπους ποιο είναι το τέλος αυτού του μονόδρομου που όλοι μαζί πορευόμαστε, θα ακούσουμε απογοητευτικές απαντήσεις γεμάτες φόβο. Οι περισσότεροι προσπαθούν να μην σκέπτονται αυτά που έρχονται, γιατί για αυτούς το τέλος του δρόμου είναι ο θάνατος. Αλλά και την πορεία δεν μπορούν να τη φανταστούν και πολύ καλύτερη.
«Οι άνθρωποι θέλουσιν αποψυχεί εκ του φόβου και προσδοκίας των επερχομένων δεινών…» Λουκάς κα’:26. Λογικό είναι όταν έχεις σκοτάδι να τα θεωρείς όλα μάταια, ακόμα και την ίδια τη ζωή. Γι αυτό σαν σε καταφύγιο στρέφονται στα περασμένα, στις λιγοστές, όμορφες αναμνήσεις, που όμως δεν είναι παρά ένα ανεπίστρεπτο παρελθόν. Έτσι δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να πορεύονται με την πλάτη γυρισμένη στην πραγματικότητα, που αναπόφευκτα θα τους προλάβει.
Όμως η Καλή Αγγελία του Λόγου του Θεού μας αποκαλύπτει την αλήθεια.
Μας αποκαλύπτει ότι το τέλος του δρόμου αυτής της ζωής, για τα παιδιά του Θεού, για τους πιστεύοντας εις Αυτόν, είναι η αιώνια ζωή, μία ατελεύτητη ζωή στην παρουσία του Θεού. Εκεί που Αυτός «θα σκηνώσει μετά των ανθρώπων» και θα «εξαλείψει παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών, και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον· διότι τα πρώτα παρήλθον». Αποκάλυψις κα’:3-4
Ο απ. Παύλος μας φανερώνει δια του Αγίου Πνεύματος ότι στο τέλος του δρόμου του Χριστιανού υπάρχει ένα αμάραντο στεφάνι, ένα βραβείο, «το βραβείο της άνω κλήσεως του Θεού εν Χριστώ Ιησού» (Φιλιπ. γ’:14), για το οποίο αξίζει να ξεχάσουμε όλα τα περασμένα, όχι μόνο τα άσχημα –αδικίες, θλίψεις, απογοητεύσεις, χασούρες, αντιπαραθέσεις-
αλλά και όλα όσα για εμάς ίσως ήταν κέρδος –η όποια καρποφορία, δικαίωση, αύξηση υλική ή πνευματική, εκβάσεις και ότι άλλο μας δώρισε η χάρη του Θεού το χρόνο που πέρασε- γιατί όλα αυτά δεν πρόκειται να μας ωφελήσουν αν δεν συνεχίσουμε το δρόμο μας προς τα εμπρός «περπατώντας εν φρονήσει… εξαγοραζόμενοι τον καιρόν», (Κολοσσαείς δ’:5),
«προσμένοντες και σπεύδοντες εις την παρουσίαν της ημέρας του Θεού», (Πέτρου Β’ γ’:12), κοιτάζοντας πάντα προς το πρόσωπο του Ιησού Χριστού του Σωτήρα μας, μάλιστα τρέχοντας, γιατί μόνο έτσι, ίσως καταφέρουμε να καταλήξουμε «εις την εξανάστασιν των νεκρών», Φιλιπ. γ’:11.
Για τους Χριστιανούς δεν είναι μόνο το τέλος του δρόμου ένδοξο αλλά και η πορεία. Μία πορεία-αγώνας. Αγώνας επέκτασης της βασιλείας των ουρανών, καταρχάς μέσα μας, με όπλα μας το Άγιο Πνεύμα και τον ευλογημένο καρπό Του, που πρώτοι εμείς γευόμαστε και απολαμβάνουμε.
Αλλά και αγώνας επέκτασης της βασιλείας των ουρανών και στους συνανθρώπους μας. Με όπλα μας, αυτή τη φορά, την ομολογία που μας χάρισε ο Ιησούς Χριστός και το φως των καλών έργων της αγάπης, που πρώτος Αυτός μας πρόσφερε, ώστε «να ίδωσι και να δοξάσωσι τον Πατέρας σας τον εν τοις ουρανοίς», Ματθ. ε’:16. «Πας λοιπόν όστις με ομολογήση έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω ομολογήσει και εγώ αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς», Ματθ. ι’:32 .
Αυτός λοιπόν ο αγώνας, η ίδια δηλαδή η ζωή που μας χαρίστηκε όχι μόνο δεν είναι μάταιη όταν την προσφέρουμε στο Χριστό, αλλά έχει ένα ευλογημένο και ένδοξο σκοπό. Αυτή την πληροφορία έχουμε ανάγκη να την κάνει βεβαιότητα μέσα μας ο Κύριος, ώστε να ανανεώνονται οι δυνάμεις μας και να μην αποκάνουμε μέχρι να φτάσουμε στο τέρμα.
Και τότε… «θέλουσιν είσθαι εμού, λέγει ο Κύριος των δυνάμεων, εν τη ημέρα εκείνη, όταν εγώ ετοιμάσω τα πολύτιμά μου· και θέλω σπλαγχνισθή αυτούς, καθώς σπλαγχνίζεται άνθρωπος τον υιόν αυτού, όστις δουλεύει αυτόν. Τότε θέλετε επιστρέψει και διακρίνει μεταξύ δικαίου και ασεβούς, μεταξύ του δουλεύοντος τον Θεόν και του μη δουλεύοντος αυτόν», Μαλαχίας γ’:17-18΄.
Η ανταμοιβή μας λοιπόν, έρχεται… από το μέλλον, από την αιωνιότητα.
Γι αυτό ξεχνώντας όλα τα περασμένα και τρέχοντας, ας επεκταθούμε με πίστη μπροστά… Προς «την δόξαν την μέλλουσαν να αποκαλυφθή εις ημάς».